εξέταστρα
From LSJ
ὁμοῦ ἦν καὶ ἔχειν τὴν πόλιν καὶ τὸ γένος ὅλον μετὰ τῆς πόλεως → it was much the same thing to have the city and to have the whole race together with the city
τα εξετάζω
το χρηματικό ποσό που υποχρεώνονται να καταβάλλουν οι εξεταζόμενοι για τη συμμετοχή τους σε εξετάσεις.