επαναμένω

From LSJ

Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσοςMedicus loquax, secundus aegro morbus est → Ein Arzt, der schwätzt, verdoppelt nur der Krankheit Last

Menander, Monostichoi, 268

Greek Monolingual

ἐπαναμένω και ποιητ. τ. ἐπαμμένω (Α)
1. περιμένω για πολύ, αναμένω επί πλέον («ἐπανέμειναν γὰρ οἱ Ἀθηναῖοι διατρίβοντες», Ηρόδ.)
2. απλώς, περιμένω κάποιον
και απρόσ. ἐπαμμένει («ὅ, τι μ' ἐπαμμένει παθεῖν» — ό,τι με περιμένει να πάθω, να υποφέρω, Αισχύλ).