εἰδή

From LSJ

Κέρδος πονηρὸν μηδέποτε βούλου λαβεῖν → Ex non honesto lucra sectari cave → Hab nie den Wunsch, unredlichen Gewinn zu ziehn

Menander, Monostichoi, 288
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἰδή Medium diacritics: εἰδή Low diacritics: ειδή Capitals: ΕΙΔΗ
Transliteration A: eidḗ Transliteration B: eidē Transliteration C: eidi Beta Code: ei)dh/

English (LSJ)

if indeed, S.Tr.27; if that is to say, Pl.Smp. 218e, Arist.Rh. 1370a30; εἰ δὴ… γε Pl.Tht.166c, etc.

Greek Monolingual

η
1. η όψη του προσώπου, η έκφραση, φυσιογνωμία
2. (για τόπους) η εξωτερική διαμόρφωση, χαρακτηριστική μορφή.