εἰκαιοβουλία

From LSJ

Πολλοὺς τρέφειν εἴωθε τἀδικήματα → Multos consuevit alere iniuria et nefas → Gar viele sind's, die Unrechttun zu nähren pflegt

Menander, Monostichoi, 445
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἰκαιοβουλία Medium diacritics: εἰκαιοβουλία Low diacritics: εικαιοβουλία Capitals: ΕΙΚΑΙΟΒΟΥΛΙΑ
Transliteration A: eikaioboulía Transliteration B: eikaioboulia Transliteration C: eikaiovoulia Beta Code: ei)kaiobouli/a

English (LSJ)

ἡ, rashness, Hsch.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
temeridad, atrevimiento τῆς ἑαυτῶν εἰκαιοβουλίας οὐκ ἀγαθὰς εὑρήσουσιν ἀμοιβάς ref. a los adoradores de ídolos Cyr.Al.M.71.197C, cf. 300D, 72.213D, de Judas, Procl.CP Or.M.65.781A
baladronada, insensatez Hsch., Sud.

German (Pape)

[Seite 726] ἡ, Unüberlegtheit, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

εἰκαιοβουλία: ἡ, «ματαιοβουλία», Ζωναρ. 631, «ματαιοφροσύνη», Σουΐδ. ἐν λέξει, Κύριλλ. Ἀλεξ. ΙΙ. 69C, ΙΙΙ. 396C.

Greek Monolingual

εἰκαιοβουλία, η (Α)
βιασύνη, επιπολαιότητα.