εὐγράμματος

From LSJ

οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι· χεῖρες δὲ καὶ ἦτορ ἴσο → this is my speed: my hands and heart are its equal, such am I for speed; my hands and heart are just as good

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐγράμμᾰτος Medium diacritics: εὐγράμματος Low diacritics: ευγράμματος Capitals: ΕΥΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
Transliteration A: eugrámmatos Transliteration B: eugrammatos Transliteration C: evgrammatos Beta Code: eu)gra/mmatos

English (LSJ)

ὁ, a good writer, Heph.Astr.1.1.

Greek (Liddell-Scott)

εὐγράμματος: -ον, συγκείμενος ἐκ καλῶν γραμμάτων, εὔφημος, Σουΐδ. ἐν λέξει.

Greek Monolingual

εὐγράμματος, -ον (ΑΜ)
μσν.
γραμματισμένος, μορφωμένος
αρχ.
καλλιγράφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -γραμματος (< γράμμα, -ατος), πρβλ. εγγράμματος, μονογράμματος].