εὔξεινος

From LSJ

Ἔρως, ὅ κατ' ὀμμάτων στάζεις πόθον → Eros who drips desire into the eyes

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὔξεινος Medium diacritics: εὔξεινος Low diacritics: εύξεινος Capitals: ΕΥΞΕΙΝΟΣ
Transliteration A: eúxeinos Transliteration B: euxeinos Transliteration C: efkseinos Beta Code: eu)/ceinos

English (LSJ)

Ionic for εὔξενος.

French (Bailly abrégé)

ion. c. εὔξενος.

German (Pape)

ion. und p. = εὔξενος.

Russian (Dvoretsky)

εὔξεινος: ион. = εὔξενος.

Mantoulidis Etymological

(=φιλόξενος). Ἀπό τό εὖ + ξένος. (Εὔξεινος Πόντος, ἀντί ἄξενος ἀπό τίς ἄγριες φυλές πού κατοικοῦσαν στά παράλιά του, κατ' εὐφημισμό).