ζαχαροκάλαμο

From LSJ

Τὴν ἀρχὴν ὅ, τι καὶ λαλω̃ ὑμι̃ν (John 8:25) → Just what I have been saying to you from the very beginning

Source

Greek Monolingual

το
κοινή ονομασία του γένους Saccharum, αγγειόσπερμου μονοκότυλου αγρωστώδους φυτού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζαχαρο- + καλάμι. Η λ. μαρτυρείται από το 1810 στους αδελφούς Κυριακό και Μανουήλ Καπετανάκη].