οὐ παντός πλεῖν ἐς Κόρινθον → it's not for every man to make a journey to Corinth, not everyone can afford a trip to Corinth
-η, -οαυτός που γεννιέται νεκρός, θνησιγενής.[ΕΤΥΜΟΛ. < θνήσις + -γέννητος (< γεννώ), πρβλ. α-γέννητος αρτι-γέννητος].