θυμόεις

From LSJ

Νόσον δὲ κρεῖττόν ἐστιν ἢ λύπην φέρειν → Morbum quam tristitatem exantles facilius → Es lässt sich leichter krank sein als betrübt

Menander, Monostichoi, 383
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θῠμόεις Medium diacritics: θυμόεις Low diacritics: θυμόεις Capitals: ΘΥΜΟΕΙΣ
Transliteration A: thymóeis Transliteration B: thymoeis Transliteration C: thymoeis Beta Code: qumo/eis

English (LSJ)

θυμόεσσα, θυμόεν, thymy, Choeril.8.

German (Pape)

[Seite 1223] εσσα, εν, voll Thymian, poet. bei Suid. v. μᾶσσον.

Greek (Liddell-Scott)

θῠμόεις: εσσα, εν, πλήρης θύμου, Χοιρίλ. ἐν Νäke Πονημ. 159, πρβλ. Σουΐδ. ἐν λ. μᾶσσον.

Greek Monolingual

θυμόεις, -εσσα, -εν (Α)
γεμάτος θύμο, γεμάτος θυμάρι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θύμον + κατάλ. -όεις, πρβλ. αστερόεις, κυματόεις].