Τὰς γὰρ ἡδονὰς ὅταν προδῶσιν ἄνδρες, οὐ τίθημ' ἐγὼ ζῆν τοῦτον, ἀλλ' ἔμψυχον ἡγοῦμαι νεκρόν → But when people lose their pleasures, I do not consider this life – rather, it is just a corpse with a soul
ἰθύλορδος, -ον, θηλ. και ἱθυλόρδη (Α)
(για το κάτω τμήμα της σπονδυλικής στήλης) κυρτός στο μπροστινό μέρος ή που φαίνεται ίσιος από μπροστά και κυρτός προς τα εμπρός από τα πλάγια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰθύς (Ι) + λορδός «κυρτός»].