καλινδήθρα

From LSJ

Ψευδόμενος οὐδεὶς λανθάνει πολὺν χρόνον → Diu latere non queunt mendacia → Kein Lügner bleibt auf lange Zeit hin unentdeckt

Menander, Monostichoi, 547
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰλινδήθρα Medium diacritics: καλινδήθρα Low diacritics: καλινδήθρα Capitals: ΚΑΛΙΝΔΗΘΡΑ
Transliteration A: kalindḗthra Transliteration B: kalindēthra Transliteration C: kalindithra Beta Code: kalindh/qra

English (LSJ)

ἡ, = ἀλινδήθρα, place for horses to roll after exercise, Ael.NA3.2.

German (Pape)

[Seite 1308] ἡ, = κυλινδήθρα, Ael. H. A. 3, 2 u. a. Sp.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
manège pour les chevaux.
Étymologie: καλινδέομαι.

Greek (Liddell-Scott)

κᾰλινδήθρα: ἡ, = ἀλινδήθρα, τόπος ἐν ᾧ οἱ ἵπποι ἐκυλίοντο μετὰ τὴν γύμνασιν (πρβλ. ἐξαλίω), Αἰλ. π. Ζ. 3. 2.

Greek Monolingual

καλινδήθρα και ἀλινδήθρα, ἡ (Α)
τόπος όπου κυλιούνται τα άλογα, αλογοκυλίστρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καλινδοῦμαι + κατάλ. -θρα (πρβλ. κοιμήθρα, κυλινδήθρα)].