καταβήσομαι

From LSJ

Ὅπου βία πάρεστιν, οὐ σθένει νόμος → Quo vis irrumpit, ibi nihil leges valent → Da, wo Gewalt obherrscht, ist kein Gesetz in Kraft

Menander, Monostichoi, 409

French (Bailly abrégé)

fut. de καταβαίνω.

Greek Monotonic

καταβήσομαι: μέλ. του καταβαίνω.

Russian (Dvoretsky)

καταβήσομαι: fut. к καταβαίνω.