κατακτάμεν

From LSJ

Ζήτει γυναῖκα σύμμαχον τῶν πραγμάτων → Quaere adiuvamen rebus uxorem tuis → Als Partnerin im Leben such dir eine Frau

Menander, Monostichoi, 199
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατακτάμεν Medium diacritics: κατακτάμεν Low diacritics: κατακτάμεν Capitals: ΚΑΤΑΚΤΑΜΕΝ
Transliteration A: kataktámen Transliteration B: kataktamen Transliteration C: kataktamen Beta Code: katakta/men

English (LSJ)

and κατα-κτάμεναι, v. κατακτείνω.

French (Bailly abrégé)

inf. ao.2 Act. épq. de κατακτείνω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κατα-κτάμεν(αι) ep. inf. aor. van κατακτείνω, κατα-κτάμενος ptc. perf. pass. van κατακτείνω, κατα-κτάς ptc. aor. act. van κατακτείνω.

German (Pape)

s. κατακτείνω.

Russian (Dvoretsky)

κατακτάμεν: (αι) эп. inf. к κατακτείνω.

Greek (Liddell-Scott)

κατακτάμεν: καὶ -κτάμεναι, ἴδε κατακτείνω.

Greek Monotonic

κατακτάμεν: -κτάμεναι, Επικ. αντί -κτᾰνεῖν, απαρ. αορ. βʹ του κατακτείνω.