κατείλλω
From LSJ
Dante Alighieri, Paradiso, XXXIII, v. 145
German (Pape)
[Seite 1394] = κατειλέω, Hippocr., Galen.
Greek (Liddell-Scott)
κατείλλω: κατειλέω· ἴδε κατιλλαίνω.
[Seite 1394] = κατειλέω, Hippocr., Galen.
κατείλλω: κατειλέω· ἴδε κατιλλαίνω.