κατειρύω
From LSJ
Τάς θύρας, τάς θύρας. Ἐν σοφία πρόσχωμεν. → the doors, the doors, in wisdom let us attend | The doors! The doors! In wisdom, let us be attentive!
English (LSJ)
Ionic for κατερύω.
German (Pape)
[Seite 1394] ion. = κατερύω, Her. 8, 96.
French (Bailly abrégé)
ion. c. κατερύω.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κατειρύω Ion. voor κατερύω.
Russian (Dvoretsky)
κατειρύω: ион. Her. = κατερύω.
Greek (Liddell-Scott)
κατειρύω: Ἰων. ἀντὶ τοῦ κατερύω. Ἡρόδ. 8. 96.
Greek Monolingual
Greek Monotonic
κατειρύω: Ιων. αντί κατερύω.