κεραυνοκλόνος

From LSJ

λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται → the word of God will not be dishonoured, the word of God will not be dishonored

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κεραυνοκλόνος Medium diacritics: κεραυνοκλόνος Low diacritics: κεραυνοκλόνος Capitals: ΚΕΡΑΥΝΟΚΛΟΝΟΣ
Transliteration A: keraunoklónos Transliteration B: keraunoklonos Transliteration C: keravnoklonos Beta Code: keraunoklo/nos

English (LSJ)

κεραυνοκλόνον, causing the din of the thunderbolt, PMag.Par.1.599.

Spanish

que agita el trueno

Greek Monolingual

κεραυνοκλόνος, -ον (Α) αυτός που επιφέρει κλονισμό παρόμοιο με τον κλονισμό, με το τράνταγμα που προξενεί ο κεραυνός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κεραυνός + -κλόνος (< κλόνος «ταραχή, κλονισμός») πρβλ. πυρικλόνος.

Léxico de magia

-ον que agita el trueno de la divinidad suprema ἐπάκουσόν μου, ἄκουσόν μου, ... πυριδῖνα, φωτοκινῆτα, κεραυνοκλόνε escúchame, escúchame a mí, torbellino de fuego, tú que agitas la luz, que agitas el trueno (entre voces mágicas) P IV 599