κλειδάρχης

From LSJ

ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε → either say something better than silence or keep silence (Menander)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κλειδάρχης Medium diacritics: κλειδάρχης Low diacritics: κλειδάρχης Capitals: ΚΛΕΙΔΑΡΧΗΣ
Transliteration A: kleidárchēs Transliteration B: kleidarchēs Transliteration C: kleidarchis Beta Code: kleida/rxhs

English (LSJ)

ου, ὁ, keeper of the keys, of St. Peter, Porph. Chr. 23.

Greek Monolingual

κλειδάρχης, ὁ (Α)
(για τον άγιο Πέτρο) αυτός που κρατά τα κλειδιά του παραδείσου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κλείς, -δός + -άρχης (< ἄρχω), πρβλ. γυμνασιάρχης, σχολάρχης].