Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κλεπτίσκος

From LSJ

ἐν πίθῳ ἡ κεραμεία γιγνομένη → trying to run before you can walk, the potter's art starting on a big jar

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κλεπτίσκος Medium diacritics: κλεπτίσκος Low diacritics: κλεπτίσκος Capitals: ΚΛΕΠΤΙΣΚΟΣ
Transliteration A: kleptískos Transliteration B: kleptiskos Transliteration C: kleptiskos Beta Code: klepti/skos

English (LSJ)

ὁ, Dim. of κλέπτης, Eup.420.

German (Pape)

[Seite 1449] ὁ, dim. zu κλέπτης, Eupol. Poll. 8, 34 nach Bekker.

Greek (Liddell-Scott)

κλεπτίσκος: ὁ, ὑποκ. τοῦ κλέπτης, μικρὸς κλέπτης, «κλεφτάκι» Πολυδ. Η΄, 34, ἴδε κλεπτίστατος.

Greek Monolingual

κλεπτίσκος, ὁ (Α)
(υποκορ. του κλέπτης) κλεφταράκος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κλέπτης + υποκορ. κατάλ. -ίσκος, πρβλ. δικτατορ-ίσκος, υπαλληλίσκος].