κοντόβραδο

From LSJ

Γυναιξὶ πάσαις κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → Decus affert omni mulieri silentium → Es bringt das Schweigen Zierde einer jeden Frau

Menander, Monostichoi, 83

Greek Monolingual

το
σούρουπο, σύθαμπο, η ώρα που πλησιάζει να βραδιάσει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοντ(ο)- + -βραδο (< βράδυ), πρβλ. απόβραδο, σαββατόβραδο].