κοσμίδιον
From LSJ
οἷς πρόθεσίς ἐστιν ἀδικεῖν, παρ' αὐτοῖς οὐδὲ δικαία ἀπολογία ἰσχύει → not even a just excuse means anything to those bent on injustice | the tyrant will always find a pretext for his tyranny | any excuse will serve a tyrant
English (LSJ)
τό, Dim. of κόσμος 11, adornment, metaph., τῆς πόλεως Mélanges Beyrouth 7.395 (Cappadocia; written -ήδιον).
Greek Monolingual
κοσμίδιον, τὸ (ΑM, Μ και κοσμίδι[ν])
στολίδι, κόσμημα
μσν.
το γείσο που βρίσκεται πάνω από την πόρτα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κόσμος «στολίδι, κόσμημα» + υποκορ. κατάλ. -ίδιον].