κροκοειδής

From LSJ

Μέγ' ἐστὶ κέρδος, εἰ διδάσκεσθαι μάθῃς → Doceri si didiceris, est magnum lucrum → Es ist ein großer Vorteil, wenn du lernen lernst

Menander, Monostichoi, 359
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κροκοειδής Medium diacritics: κροκοειδής Low diacritics: κροκοειδής Capitals: ΚΡΟΚΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: krokoeidḗs Transliteration B: krokoeidēs Transliteration C: krokoeidis Beta Code: krokoeidh/s

English (LSJ)

κροκοειδές, saffron-coloured, Arist.Col.795b1, Sch.Pi.N.1.58; χολή Aret.SD 1.15.

German (Pape)

[Seite 1512] ές, saffranartig, -farbig, Schol. Pind. N. 1, 58 u. a. Sp.

Russian (Dvoretsky)

κροκοειδής: цвета шафрана (καρποί Arst.).

Greek (Liddell-Scott)

κροκοειδής: -ές, ὅμοιος πρὸς κρόκον, ἔχων τὸ χρῶμα τοῦ κρόκου, Ἀριστ. περὶ Χρωμάτ. 5, 11.

Greek Monolingual

-ές (AM κροκοειδής, -ές)
αυτός που έχει το χρώμα του κρόκου, κροκάτος, κίτρινος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρόκος + -ειδής].