λαμποκόπι

From LSJ

οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ, ἀλλ' ἐν τῷ εὖ τὸ πολύgood is not found in plenty but plenty in good, quality matters more than quantity

Source

Greek Monolingual

το
το λαμποκόπημα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λάμπω + -κόπι (< κόπος), πρβλ. ιδροκόπι, μεθοκόπι].