λεπρικός

From LSJ

βάκτρῳ δ' ἐρείδου περιφερῆ στίβον χθονός → support with a staff your steps that waver on the ground

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λεπρικός Medium diacritics: λεπρικός Low diacritics: λεπρικός Capitals: ΛΕΠΡΙΚΟΣ
Transliteration A: leprikós Transliteration B: leprikos Transliteration C: leprikos Beta Code: lepriko/s

English (LSJ)

λεπρική, λεπρικόν, good for leprosy, Dsc.2.62, 3.88, POxy.1088.14 (i A.D.).

German (Pape)

[Seite 30] den Aussatz betreffend, φάρμακα, Heilmittel gegen den Aussatz, Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

λεπρικός: -ή, -όν, διὰ τὴν λέπραν (δηλ. φάρμακον), Διοσκ. 1, 50, κτλ.

Greek Monolingual

-ή, -ό (Α λεπρικός, -ή, -όν) λέπρα
αυτός που έχει σχέση με τη λέπρα («λεπρικό εξάνθημα»).