λιπαρόχρως

From LSJ

Τάς θύρας, τάς θύρας. Ἐν σοφία πρόσχωμεν. → the doors, the doors, in wisdom let us attend | The doors! The doors! In wisdom, let us be attentive!

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λιπαρόχρως Medium diacritics: λιπαρόχρως Low diacritics: λιπαρόχρως Capitals: ΛΙΠΑΡΟΧΡΩΣ
Transliteration A: liparóchrōs Transliteration B: liparochrōs Transliteration C: liparochros Beta Code: liparo/xrws

English (LSJ)

-ωτος, ὁ, ἡ, acc. λιπαρόχρων, = λιπαρόχροος, Theoc. 2.102.

Greek Monolingual

λιπαρόχρως, -ωτος, ὁ, ἡ (Α)
λιπαρόχρους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λιπαρός + χρώς «επιδερμίδα-χρώμα»].

Greek Monotonic

λῐπᾰρόχρως: -ωτος, ὁ, ἡ, = το προηγ., σε Θεόκρ.

Russian (Dvoretsky)

λῐπᾰρόχρως: ωτος Theocr. = λιπαρόχροος.

Middle Liddell

λῐπᾰρό-χρως, ωτος, = λῐπᾰρόχρους, Theocr.]