λῃτουργέω

From LSJ

ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λῃτουργέω Medium diacritics: λῃτουργέω Low diacritics: λητουργέω Capitals: ΛΗΤΟΥΡΓΕΩ
Transliteration A: lēitourgéō Transliteration B: lētourgeō Transliteration C: litourgeo Beta Code: lh|tourge/w

English (LSJ)

Att. for λειτουργέω.

Greek (Liddell-Scott)

λῃτουργέω: -ουργός, Ἀττ. τύποι τοῦ λειτουργέω, λειτουργός, μνημονευόμενοι ὑπὸ Ἀμμων. 89, Μοίρ. 252, Α. Β. 277· ἀλλὰ δὲν εὑρίσκονται νῦν ἐν τοῖς Ἀντιγράφ. (ἐν τῇ Ἀριστ. Πολιτ. 81, 15 κἑξ. εὕρηται λῃτ-), ἴδε καὶ Κόντον ἐν Ἀθηνᾶς τ. Γ΄, σ. 362.

German (Pape)

alte attische Form für λειτουργέω, B.A. 277 und die Attizisten.

Frisk Etymological English

-ία, -ός See also: s. λαός.