Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μεσόστυλον

From LSJ

Ὁ μηδὲν εἰδὼς οὐδὲν ἐξαμαρτάνει → Quicumque nihil (nil) scit, ille vir peccat nihil → Ein Mann, der ohne Wissen ist, macht auch nichts falsch

Menander, Monostichoi, 430

Greek (Liddell-Scott)

μεσόστῡλον: -ον, τὸ μεταξὺ στύλων διάστημα, Λατ. intercolumnium, Σχόλ. εἰς Ὀδ. Τ. 37, Ἡσύχ.· οὕτω μεσοστύλιον, Ἀγαθαρχίδ. Περίπλ. Ἐρυθρ. Θαλάσσ. σ. 59· ― ἐν τῷ πληθ., τὰ μεταξὺ τῶν στύλων παραπήγματα ἢ κινητοὶ οἰκίσκοι, Βασιλικ. 56. 10, 4., 58. 11, 11, κλ.

German (Pape)

[Seite 140] τό, = μεσοστύλιον (Zwischenraum zwischen zwei Säulen, intercolumnium, auch μεσαστύλιον), Sp.