Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μεταρρύθμιση

From LSJ

Ὁ δ' ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτὸς ἀνθρώπῳ → The unexamined life is not worth living

Plato, Apology of Socrates 38a

Greek Monolingual

η (ΑΜ μεταρρύθμισις) μεταρρυθμίζω
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του μεταρρυθμίζω, τροποποίηση, μετασχηματισμός, αναδιοργάνωση, αναμόρφωση, ανάπλαση προς το καλύτερο («εκπαιδευτική μεταρρύθμιση»)
νεοελλ.
ως κύριο όν. εκκλ. η Μεταρρύθμιση
η οργανωμένη κίνηση για την εξυγίανση και την ανανέωση του εκκλησιαστικού βίου της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας κατά τον 16ο αιώνα με επικεφαλής τους Μαρτίνο Λούθηρο, Ιωάννη Καλβίνο, Ούλριχ Ζβίγγλιο κ.ά., η οποία, έπειτα από μακροχρόνιους αγώνες, κατέληξε στη διαίρεση της Δυτικής Εκκλησίας με τη διαμόρφωση τών διαφόρων Προτεσταντικών Εκκλησιών ή Ομολογιών, αλλ. Προτεσταντισμός.