μηλοπέπων

From LSJ

Ἰσχυρότερον δέ γ' οὐδέν ἐστι τοῦ λόγου → Oratione nulla vis superior → Nichts ist gewiss gewaltiger als die Vernunft | Nichts ist gewiss gewalt'ger als der Rede Kraft

Menander, Monostichoi, 258
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μηλοπέπων Medium diacritics: μηλοπέπων Low diacritics: μηλοπέπων Capitals: ΜΗΛΟΠΕΠΩΝ
Transliteration A: mēlopépōn Transliteration B: mēlopepōn Transliteration C: milopepon Beta Code: mhlope/pwn

English (LSJ)

-ονος, ὁ, melon, Cucumis melo, Gal.6.566, Antyll. ap. Orib.10.20.4, Mich.in PN81.8.

German (Pape)

[Seite 173] ονος, ὁ, eine apfelförmige Melone, welche erst vollreif genossen wurde, Sp.

French (Bailly abrégé)

ονος (ὁ) :
sorte de melon, fruit.
Étymologie: μῆλον², πέπων.

Greek (Liddell-Scott)

μηλοπέπων: -ονος, ὁ, πεπόνιον ἔχον τὸ σχῆμα μήλου καὶ ἐσθιόμενον μόνον ὅταν ὑπερωριμάσῃ, οἱ δὲ πέπονες καὶ μηλοπέπονες ὀνομαζόμενοι Γαλην. τ. 6. 465, 17.

Greek Monolingual

μηλοπέπων, -ονος, ὁ (Α)
είδος πεπονιού με στρογγυλό σχήμα, που τρώγεται μόνο όταν υπερωριμάσει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μῆλον (Ι) + πέπων «πεπόνι»].