Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μηρυκασμός

From LSJ

Λύπης ἰατρός ἐστιν ἀνθρώποις λόγος – For men reason is a healer of grief – Für Menschen ist der Trauer Arzt allein das WortMaeroris unica medicina oratio.

Menander, Sententiae, 452

Greek Monolingual

ο μηρυκάζω
1. (για χορτοφάγα ζώα) επάνοδος στη στοματική κοιλότητα τροφών που υπέστησαν μια αρχική μάσηση και συγκεντρώθηκαν στη μεγάλη κοιλία του στομάχου προκειμένου να γίνει πλήρης μάσηση και ενζυμική κατεργασία τους
2. ιατρ. α) σπάνια παθολογική συμπεριφορά που παρατηρείται σε παιδιά ηλικίας 6-18 μηνών και εκδηλώνεται με επαναφορά του περιεχομένου του στομάχου στο στόμα, όπου μασάται εκ νέου
β) συνεχής επανάληψη της ίδιας σκέψης σε περιπτώσεις καταθλιπτικών καταστάσεων και ιδεοληπτικής νεύρωσης
3. μτφ. στερεότυπη επανάληψη τών ίδιων λόγων.