μονόχρους

From LSJ

Αὐτάρκης ἔσῃ, ἂν μάθῃς τί τὸ καλὸν κἀγαθόν ἐστι → You will be contented with your lot if you learn what the honourable and good is

Plutarch, De virtute et vitio
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μονόχρους Medium diacritics: μονόχρους Low diacritics: μονόχρους Capitals: ΜΟΝΟΧΡΟΥΣ
Transliteration A: monóchrous Transliteration B: monochrous Transliteration C: monochrous Beta Code: mono/xrous

English (LSJ)

-ουν, contr. for μονόχροος.

Greek Monolingual

μονόχρους, -ουν και -οος, -οον (Α)
αυτός που έχει ένα μόνο χρώμα, ο μονόχρωμος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μον(ο)- + -χρους (< -χρόος < χρώς, χρωτός «χρώμα»), πρβλ. ερυθρόχρους, πολύχρους].

German (Pape)

ουν, zusammengezogen aus μονόχροος.