ᾄδεις ὥσπερ εἰς Δῆλον πλέων → you sing as if you were sailing to Delos
ο, θηλ. νερουλούμεταφορέας και πωλητής νερού, νεροκουβαλητής.[ΕΤΥΜΟΛ. < νερ(ο)- + κατάλ. -ουλάς, που δηλώνει επάγγελμα (πρβλ. αβγουλάς)].