ἁλῶν δὲ φόρτος ἔνθεν ἦλθεν, ἔνθ' ἔβη → light come, light go | easy come, easy go
-έςσκεπασμένος με σύννεφα, νεφοσκεπής, συννεφιασμένος.[ΕΤΥΜΟΛ. < νεφέλη + -σκεπής (< σκέπω), πρβλ. θεοσκεπής].