νηπιαγωγείο
From LSJ
πᾶσα σοφία παρὰ Κυρίου καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ἐστιν εἰς τὸν αἰῶνα → all wisdom comes from the Lord, she is with him for ever
Greek Monolingual
το
1. ειδική προσχολική βαθμίδα αγωγής για νήπια έως πεντέμισυ χρονών, στην οποία τα παιδιά προετοιμάζονται με κατάλληλο παιδαγωγικό τρόπο για το δημοτικό σχολείο
2. το κτήριο όπου στεγάζεται το παραπάνω ίδρυμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νηπιαγωγός. Η λ. μαρτυρείται από το 1865 στον Χ.Ν. Φιλαδελφέα].