νικαφόρος

From LSJ

Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος → Christ is risen from the dead, trampling down death by death, and upon those in the tombs bestowing life

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νικαφόρος Medium diacritics: νικαφόρος Low diacritics: νικαφόρος Capitals: ΝΙΚΑΦΟΡΟΣ
Transliteration A: nikaphóros Transliteration B: nikaphoros Transliteration C: nikaforos Beta Code: nikafo/ros

English (LSJ)

Doric for νικηφόρος.


English (Slater)

νῑκᾱφόρος, -ον victorious τετραορίας ἕνεκα νικαφόρου (O. 2.5) νικαφόρον ἀγλαίαν ὤπασαν (O. 13.14) νικαφόροις ἐν ἀέθλοις (P. 8.26) ἔργμασιν νικαφόροις ἐγκώμιον ζεῦξαι μέλος (N. 1.7) βοὰ δὲ νικαφόρῳ σὺν Ἀριστοκλείδᾳ πρέπει (N. 3.67) γευόμενοι στεφάνων νικαφόρων (I. 1.22) pro subs., victor νικαφόροις ὁμιλεῖν (O. 1.115)

Greek Monolingual

νικαφόρος, -ον (Α)
βλ. νικηφόρος.

German (Pape)

[ῑκᾱ], dor. = νικηφόρος.