παλιμπλεκής

From LSJ

τοὺς φίλους ἐν ἀκινδύνῳ καθιστᾶσι → help friends out of danger

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πᾰλιμπλεκής Medium diacritics: παλιμπλεκής Low diacritics: παλιμπλεκής Capitals: ΠΑΛΙΜΠΛΕΚΗΣ
Transliteration A: palimplekḗs Transliteration B: palimplekēs Transliteration C: palimplekis Beta Code: palimplekh/s

English (LSJ)

παλιμπλεκές, twined or plaited back, κύρτοι Opp.H.4.47.

German (Pape)

[Seite 449] ές, zurück, entgegen geflochten, κύρτοι, Opp. Hal. 4, 47, frühere Lesart παλιμπλακής.

Greek (Liddell-Scott)

πᾰλιμπλεκής: -ές, ὁ πρὸς τὰ ὀπίσω πεπλεγμένος, κύρτοι Ὀππ. Ἁλ. 4. 47.

Greek Monolingual

παλιμπλεκής, -ές (Α)
ο πλεγμένος προς τα πίσω («παλιμπλεκεῖς κύρτοι»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάλιν + -πλεκής (< πλέκος < πλέκω), πρβλ. συμπλεκής].