παλινδαής

From LSJ

μέτρον γὰρ τοῦ βίου τὸ καλόν, οὐ τὸ τοῦ χρόνου μῆκος → for life's measure is its beauty not its length (Plutarch, Consolatio ad Apollonium 111.D.4)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πᾰλῐνδᾰής Medium diacritics: παλινδαής Low diacritics: παλινδαής Capitals: ΠΑΛΙΝΔΑΗΣ
Transliteration A: palindaḗs Transliteration B: palindaēs Transliteration C: palindais Beta Code: palindah/s

English (LSJ)

παλινδαές, (Δάω) learnt again, Hsch.

German (Pape)

[Seite 450] ές, = παλίγγνωστος, Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

πᾰλινδᾰής: -ές, (*δάω) ὁ ἐκ νέου γνωσθείς, παλίγγνωστος, Ἡσύχιος.

Greek Monolingual

παλινδαής, -ές (Α)
αυτός που έγινε εκ νέου γνωστός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάλιν + -δαής (< θ. δαη-, πρβλ. -δάην, αόρ. β' του αμάρτυρου δάω «μαθαίνω»), πρβλ. α-δαής, ορθο-δαής (βλ. και το ομόρριζο διδάσκω)].