πεντακέφαλος

From LSJ

ἔστι γὰρ τὸ ἔλαττον κακὸν μᾶλλον αἱρετὸν τοῦ μείζονος → the lesser of two evils is more desirable than the greater

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πεντᾰκέφᾰλος Medium diacritics: πεντακέφαλος Low diacritics: πεντακέφαλος Capitals: ΠΕΝΤΑΚΕΦΑΛΟΣ
Transliteration A: pentaképhalos Transliteration B: pentakephalos Transliteration C: pentakefalos Beta Code: pentake/falos

English (LSJ)

πεντακέφαλον, with five heads, φοῖνιξ Thphr. HP2.6.9.

German (Pape)

[Seite 556] fünfköpfig (?).

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που έχει πέντε κεφάλια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + -κέφαλος (< κεφαλή), πρβλ. δικέφαλος.