περίχθων

From LSJ

Δόλιον γὰρ ἄνδρα φεῦγε παρ' ὅλον τὸν βίον → Dum vivis, insidiosos curriculo fuge → Den Hinterhältigen fliehe, dein ganzes Leben lang

Menander, Monostichoi, 131
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περίχθων Medium diacritics: περίχθων Low diacritics: περίχθων Capitals: ΠΕΡΙΧΘΩΝ
Transliteration A: períchthōn Transliteration B: perichthōn Transliteration C: perichthon Beta Code: peri/xqwn

English (LSJ)

ὁ, ἡ, gen. -ονος, that girds the earth, round about the earth, AP9.778 (Phil.), dub. in Orph.Fr.285.57.

Greek Monolingual

-ονος, ὁ, ἡ, Α
φρ. «περίχθων ὠκεανός» — ο ωκεανός που ρέει γύρω από τη γη, που περικυκλώνει τη γη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + χθών, χθονός «γη» (πρβλ. αυτόχθων)].

Russian (Dvoretsky)

περίχθων: ονος и περιχθῶν, όνος adj. опоясывающий землю (Ὠκεανός Anth.).