περιγιάλι
From LSJ
Ubi idem et maximus et honestissimus amor est, aliquando praestat morte jungi, quam vita distrahi → Where indeed the greatest and most honourable love exists, it is much better to be joined by death, than separated by life.
Greek Monolingual
το / περιγιάλι(ον), ΝΜ, και παραγιάλι και περγιάλι, Ν
η αμμώδης λωρίδα της στεριάς που βρίσκεται κοντά στη θάλασσα, παραλία, ακροθαλασσιά (α. «στο περιγιάλι το κρυφό κι άσπρο σαν περιστέρι διψάσαμε το μεσημέρι», Σεφέρης
β. «κάτω στο γιαλό, κάτω στο περιγιάλι», δημ. τραγούδι).
[ΕΤΥΜΟΛ. < παραγιάλιν, ουδ. του επιθ. παρ-αιγιάλιος (< παρα- + αἰγιαλός)].