περισείρια

From LSJ

ἔνδον γὰρ ἁνὴρ ἄρτι τυγχάνει, κάρα στάζων ἱδρῶτι καὶ χέρας ξιφοκτόνους → yes, the man is now inside, his face and hands that have slaughtered with the sword dripping with sweat

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περισείρια Medium diacritics: περισείρια Low diacritics: περισείρια Capitals: ΠΕΡΙΣΕΙΡΙΑ
Transliteration A: periseíria Transliteration B: periseiria Transliteration C: periseiria Beta Code: perisei/ria

English (LSJ)

τὰ πλάγια τῆς γλώττης, Hsch.; cf. παράσειρος ΙΙ.

German (Pape)

[Seite 590] τά, = παρασείρια, παρασύρια, die Höhlen zu beiden Seiten der Zunge, Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

περισείρια: τά, πρβλ. παράσειρος ΙΙ.

Greek Monolingual

τὰ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «τὰ πλάγια της γλώττης».
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + σειρά (πρβλ. παρά-σειρα «οι κοιλότητες του στόματος στις δύο πλευρές της γλώσσας»)].