πλάτιγξ

From LSJ

Χεὶρ χεῖρα νίπτει, δάκτυλοι δὲ δακτύλους → Digitum lavat digitus et manum manus → Die Finger waschen Finger, die Hand die andre Hand

Menander, Monostichoi, 543
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πλάτιγξ Medium diacritics: πλάτιγξ Low diacritics: πλάτιγξ Capitals: ΠΛΑΤΙΓΞ
Transliteration A: plátinx Transliteration B: platinx Transliteration C: platigks Beta Code: pla/tigc

English (LSJ)

ἡ, = πλάτη 1.1, Hsch.

German (Pape)

[Seite 626] ἡ, = πλάτη, Lob. Phryn. p. 72; auch πλάτυγξ geschr., Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

πλάτιγξ: ἡ, = πλάτη, «πλάτιγξ· τῆς κώπης τὸ ἄκρον ᾧ πλήσσεται τὸ ὕδωρ» Ἡσύχ., πρβλ. Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 72.

Greek Monolingual

ἡ, Α
(κατά τον Ησύχ.) το πλατύ και επίπεδο μέρος του κουπιού, η πλάτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. παράγεται από το επίθ. πλατύς με εκφραστικό επίθημα -ιγξ (πρβλ. στήρ-ιγξ, στρόφ-ιγξ)].