προβαθύς
From LSJ
ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο... (Hesiod's Theogony 123) → From Chasm, Erebos and black Night came to be...
English (LSJ)
ύ, very deep, A.R.4.283 (v.l. προβαθής).
German (Pape)
[Seite 709] ύ, sehr tief, ποταμός, Ap. Rh. 4, 282, Gegensatz προβραχύς.
Greek (Liddell-Scott)
προβαθύς: ύ, λίαν βαθύς, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 283· ἀντίθετον τῷ προβραχύς.
Greek Monolingual
-ύ, δ. ανάγν. αρσ. προβαθής, Α
1. ο πολύ βαθύς
2. (το ουδ. συγκριτ. ως επίρρ.) προβαθέστερον
πολύ πιο βαθιά.