πωλοδαμαστής
From LSJ
ἐπεὰν νῶτον ὑὸς δελεάσῃ περὶ ἄγκιστρον, μετιεῖ ἐς μέσον τὸν ποταμόν, ὁ κροκόδειλος ἵεται κατὰ τὴν φωνήν, ἐντυχὼν δὲ τῷ νώτῳ καταπίνει → when he has baited a hog's back onto a hook, he throws it into the middle of the river, ... the crocodile lunges toward the voice of a squealing piglet, and having come upon the hogback, swallows it
English (LSJ)
πωλοδαμαστοῦ, ὁ, = πωλοδάμνης, PMich.Zen.71.4 (iii B.C.), D.S.17.76.
German (Pape)
[Seite 827] ὁ, der Bändiger eines Fohlens, wie πωλοδάμνης, VLL.
Russian (Dvoretsky)
πωλοδᾰμαστής: οῦ ὁ Diod. = πωλοδάμνης.
Greek (Liddell-Scott)
πωλοδαμᾰστής: -οῦ, ὁ, = πωλοδάμνης, Διόδ. 17. 26· ― ἡ πωλοδαμαστική, = ἡ πωλοδαμνική, Στέφ. Βυζάντ. ἐν λέξ. Ἄχναι.
Greek Monolingual
ὁ, Α
ο πωλοδάμνης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πῶλος «πουλάρι» + δαμαστής (< δαμάζω)].