ραβδοσκοπία
From LSJ
Καιροσκόπει (Καιρῷ σκόπει) τὰ πράγματ', ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Sanus es? Negotiorum observes tempora → Zur rechten Zeit tu alles, hast du nur Vernunft
Greek Monolingual
η, Ν
επισήμανση, ανακάλυψη πηγών και υπόγειων υδροφόρων οριζόντων, καθώς και η ανίχνευση μετάλλων στη φυσική τους κατάσταση και θησαυρών, με τη βοήθεια μικρής ράβδου ή ενός εκκρεμούς, από άτομα που έχουν αναπτυγμένες ραδιαισθαντικές ικανότητες, αλλ. ραβδομαντεία.