σάρπη

From LSJ

Ἴση λεαίνης καὶ γυναικὸς ὠμότης → Feritas leaenae quanta, tanta et feminae → Der Löwin Wildheit ist die selbe wie der Frau

Menander, Monostichoi, 267
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σάρπη Medium diacritics: σάρπη Low diacritics: σάρπη Capitals: ΣΑΡΠΗ
Transliteration A: sárpē Transliteration B: sarpē Transliteration C: sarpi Beta Code: sa/rph

English (LSJ)

ἡ, and σαρπίον, τό, = σάλπη (q.v.), Sch.D.T.p.195 H.: σαρπίς is expld. by σαρπός in An.Ox.2.466.

German (Pape)

[Seite 864] ἡ, = σάλπη, v.l. bei Arist.

Greek (Liddell-Scott)

σάρπη: ἡ, καὶ σαρπίον, τό, = σάλπη (ὃ ἴδε), Α. Β. 794· σαρπὶς ἑρμηνεύεται διὰ τοῦ σάρπος ἐν τοῖς Ὀξων. Ἀνεκδ. 2. 466.

Greek Monolingual

ἡ, Α
βλ. σάρπα (ΙΙ).