σκαλλίον
τους φίλους λόγων τέχναιν επαίδευσας → Using 2 artifices, you educated (taught) those who love rhetoric.
English (LSJ)
τό, small cup, bowl, Philet. ap. Ath.11.498a, Hsch.
German (Pape)
[Seite 888] τό, dim., Schälchen, Näpfchen, kleiner Becher, den die Aeoler brauchten, Philetas bei Ath. XI, 498 a.
Greek (Liddell-Scott)
σκαλλίον: τό, ὑποκοριστ. τοῦ σκαλὶς ΙΙ, Φιλητ. 53. - Καθ’ Ἡσύχ.: «κυλίκιον μικρόν. οἱ δὲ σκαλλόν».
Greek Monolingual
τὸ, Α
(με υποκορ. σημ.) μικρό ποτήρι ή κύπελλο («κυλίκιον μικρὸν ᾧ σπένδουσι Αἰολεῖς ὡς Φιλητᾱς φησὶν ἐν Ἀτάκτοις», Φιλήτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Η σύνδεση της λ. με το αρχ. νορβ. skalle «κρανίο» παραμένει ανεπιβεβαίωτη].
Frisk Etymological English
Grammatical information: n.
Meaning: name of a small cup (Philet. ap. Ath., H.).
Origin: XX [etym. unknown]
Etymology: Supposition by Bechtel Dial. 1, 125: to ONord. skalle m. btain-pan, skull; quite uncertain.