Μέγ' ἐστὶ κέρδος, εἰ διδάσκεσθαι μάθῃς → Doceri si didiceris, est magnum lucrum → Es ist ein großer Vorteil, wenn du lernen lernst
η / σμῆξις, -ήξεως, ΝΑ σμήχω
νεοελλ.
ναυτ. εργασία για αφαίρεση τών υδάτων που μένουν στο κατάστρωμα μετά το πλύσιμό του
αρχ.
1. καθαρισμός («σμήξει τε ὀδόντων καὶ ὀνυχισμῷ», Στράβ.)
2. πλύσιμο με σαπούνι ή με καθαριστική αλοιφή
3. σκούπισμα.