σπαθίνακας
From LSJ
Εὐχῆς δικαίας οὐκ ἀνήκοος θεός → Numquam deus surdescit ad iustas preces → Der angemessnen Bitte öffnet Gott sein Ohr
Greek Monolingual
ο, Ν
βοτ. κοινή ονομασία του φυτού γλαδίολος ή ξιφίο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σπαθί, λόγω της μορφής τών φύλλων του φυτού. Τα διάφορα είδη της οικογένειας αυτής είναι κοινώς γνωστά ως σπαθίφυλλο, σπαθόφυλλο, σπαθόχορτο κ.λπ.].