σταθμών

From LSJ

οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σταθμών Medium diacritics: σταθμών Low diacritics: σταθμών Capitals: ΣΤΑΘΜΩΝ
Transliteration A: stathmṓn Transliteration B: stathmōn Transliteration C: stathmon Beta Code: staqmw/n

English (LSJ)

-όνος, ἡ,= σταθμός 11, Hsch.

German (Pape)

[Seite 928] όνος, ὁ, = σταθμός, φλιά, Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

σταθμών: -όνος, ἡ, = σταθμὸς ΙΙ, Ἡσύχ.

Greek Monolingual

-όνος, ἡ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «σταθμός, φλιά».
[ΕΤΥΜΟΛ. < σταθμός + επίθημα -ών, -όνος].