στενοκοίλιος

From LSJ

ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ μείζονα. Καὶ ἔτι καθ᾽ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι (1 Corinthians 12:31) → But go ahead and strive for the greater gifts. And I'm about to show you a still more excellent way.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στενοκοίλιος Medium diacritics: στενοκοίλιος Low diacritics: στενοκοίλιος Capitals: ΣΤΕΝΟΚΟΙΛΙΟΣ
Transliteration A: stenokoílios Transliteration B: stenokoilios Transliteration C: stenokoilios Beta Code: stenokoi/lios

English (LSJ)

στενοκοίλιον, narrow-bellied, Ael. ap.Porph. in Harm.p.217 W.

German (Pape)

[Seite 935] engbäuchig, Medic.

Greek (Liddell-Scott)

στενοκοίλιος: -ον, ὁ ἔχων στενὴν κοιλίαν, Αἰλ. παρὰ Πτολ. Ἁρμον.

Greek Monolingual

-α, -ο / στενοκοίλιος, -ον, ΝΑ
(ιδίως για άλογο) αυτός που έχει στενή κοιλιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στενός + -κοίλιος (< κοιλία), πρβλ. σκληροκοίλιος].